Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

παῖδα τιθηνόν

См. также в других словарях:

  • τιθηνός — όν, Α [τιθήνη] 1. αυτός που έχει αναλάβει την ανατροφή μικρού παιδιού, τροφός 2. αυτός που δέχεται τις περιποιήσεις τού ή τής τροφού, ο γαλουχούμενος («παῑδα τιθηνόν», επιγρ.) 3. το αρσ. ως ουσ. ὁ τιθηνός άτομο που ασχολείται με την ανατροφή… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»